Когда-то был такой сайт, бакурос.ком (типа греческого удафкома), были на нём друзья...
В какой-то момент даже написал туда креатив, точнее написал я его своему другу, а он туда
запостил...
скорее для архива перепостю тут
Μια φορά και ένα καιρό σε μια χώρα του τρίτου κόσμου ζούσε ένα μικρό αγόρι… Το αγόρι αυτό ήταν καλό παιδί, τελείωσε νωρίς το σχολείο και το πανεπιστήμιο… Από τότε και μετά άρχισαν τα προβλήματα του…
Είχε και έναν φίλο του, τον οποίον τον γνώρισε στο πανεπιστήμιο. Βέβαια είχε πολλούς φίλους, αλλά μόνο ένας απ’ αυτούς μας ενδιαφέρει εδώ.
Η ιστορία μας εξελίσσεται όχι στον 20 αιώνα αλλά στην σημερινή εποχή... Έγινε που λες ο φίλος του σπουδαίος επιστήμονας και στο ερευνητικό ίδρυμα που δούλευε γνώρισε μια ωραία φοιτήτρια… Ήρθε και η μέρα που η κοπέλα αυτή τελείωσε τις σπουδές της και αποφάσισε να γιορτάσει το γεγονός αυτό με ένα μεγαλειώδες πάρτυ στο οποίο κάλεσε όσους ήξερε και όχι μόνο. Και επειδή ήταν ήδη σχεδόν καλοκαίρι το πάρτυ θα λάμβανε μέρος στη ταράτσα του σπιτιού τις στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Κάπως έτσι ο μικρός μας ήρωας και ο φίλος του βρέθηκαν να τριγυρνούν στη πρωτεύουσα της μικρής πλην περήφανης χώρας, ψάχνοντας μπας και βρουν καμιά ανοιχτή κάβα για να μην πάνε στο πάρτι με άδεια χέρια σαν γαϊδούρια... Και παρ’ όλο που η εποχή της ποτοαπαγόρευσης είχε περάσει πολλά χρόνια πριν (για την ακρίβεια σ’ αυτήν τη μικρή πλην περήφανη χώρα αυτή η εποχή δεν υπήρχε ποτέ), δεν μπορούσαν να βρουν τίποτα...
Και ως εκ θαύματος αντίκρισαν οι δυο φίλοι έναν μετανάστη με μελαψό δέρμα, ο οποίος έπινε μπύρα και ρευόταν σαν κάφρος. Αλλά ας ασχοληθεί το “Αλλοδαπών” με τον μετανάστη, εμάς μας ενδιαφέρει το κατάστημα μπροστά στο οποίο ο συνάνθρωπος μας αυτός έπινε τη μπύρα του (και ρευόταν). Ήταν ένα απ’ αυτά τα μικρά παντοπωλεία που συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα. Μέσα οι δυο φίλοι αντίκρισαν μεταξύ των άλλων κρασί στα ράφια και έναν παππού στο ταμείο. Ο παππούς, πρόθυμος να εξυπηρετήσει τους φίλους, τους τύλιξε ένα μπουκάλι κρασί σε όμορφο και ελαφρώς μεταχειρισμένο χριστουγεννιάτικο χαρτί περιτυλίγματος, που τόσο ταίριαζε στην καλοκαιρινή εκείνη νύχτα...
Και κάπως έτσι οι φίλοι μας, με το κρασί πλέον, ακολούθησαν τη μουσική για να βρουν το πάρτυ… Δεν ήταν πολύ δύσκολο μιας και η μουσική ακουγόταν από μακριά… Μια πανέμορφη κοπέλα στεκόταν στην είσοδο του σπιτιού, η οποία ήταν στολισμένη με αναρίθμητα αναμμένα κεριά (Σημ: Η κοπέλα ή η είσοδος; - KD). Όμως κανένας δεν μπορούσε να ακούσει το κουδούνι, η ωραία μουσική κάλυπτε τον ήχο του (όπως και πολλούς άλλους ήχους). Τελικά με τη βοήθεια τις προηγμένης κινητής τηλεφωνίας (να ‘ναι ευλογημένες οι γυναίκες και τα κινητά με δόνηση), οι φίλοι μας και η κοπέλα στριμώχτηκαν στο ασανσέρ το οποίο τους εκτόξευσε μέχρι τη κορυφή σου σπιτιού.
Στο σημείο αυτό πρέπει να εξηγήσουμε μερικά πράγματα για την εμφάνιση των φίλων μας. Η ωραία κοπέλα (όχι αυτή του ασανσέρ, η άλλη) ζήτησε να είναι όλοι ντυμένοι στα λευκά. Και έτσι ο ένας από τους φίλους μας ήταν μεν με λευκό μακριμάνικο πουκάμισο και ψιλοφθαρμένα τζιν, ο άλλος δε με κοντομάνικο (επίσης λευκό) και βερμούδα.
Το πάρτι έμοιαζε υπέροχο… Οι καλεσμένοι ήταν στα λευκά, όλη η βεράντα ήταν καλυμμένη με ανάμενα κεριά, δυο πολύχρωμοι προβολείς την έλουζαν με φως και πολυάριθμα black lights τόνιζαν την λευκότητα των ρούχων και t;vn φρεσκοκαθαρισμένων οδοντοστοιχιών. Ένας μακριμάλλης ντι-τζει με χαβανέζικο πουκάμισο φρόντιζε τη μουσική, τέσσερα πανίσχυρα ηχεία την κατένεμαν με θαυμαστή χάρη στην βεράντα (όπως και σε όλες τις άλλες βεράντες της γειτονίας σε ακτίνα περίπου 1 χιλιομέτρου). Οι υψηλοί καλεσμένοι υποδέχτηκαν τους φίλους μας με καλά καλυμμένη αμηχανία, αλλά εντός μερικών λεπτών εμφανίστηκε η διοργανώτρια του πάρτι και τα πράγματα συνέχυσαν τη φυσική ροή τους. Τα ποτά ήταν πολλά, η βραδιά ζεστή, ο κόσμος χαρούμενος και όλοι ευτυχισμένοι… Όλοι, εκτός από τους γείτονες, οι οποίοι για κάποιο ανεξήγητο επιστημονικά λόγο δεν ήθελαν να μοιραστούν τη χαρά της αποφοίτησης της πανέμορφης κοπέλας. Οι υψηλοί καλεσμένοι μας δεν ήταν γεννημένοι χθες, και έτσι (για να δώσουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στις συζητήσεις τους) άρχισαν να υπολογίζουν πότε θα έρθει η ένδοξη αστυνομία της πρωτεύουσας της μικρής πλην περήφανης χώρας.
Άμα εκείνη τη βραδιά γινόντουσαν διάφοροι διαγωνισμοί, το διαγωνισμό για την ακριβέστερη πρόβλεψη θα το κέρδιζε ο φίλος μας με το κοντομάνικο και τη βερμούδα. Δεν πρόλαβε ο κούκος να λαλήσει δώδεκα (και να προλάβαινε δεν θα τον άκουγε κανείς) οι γύρο δρόμοι φωτίστηκαν με μπλε φως και η Ε.Α. (Ενδοξη Αστυνομία) έκανε την εμφάνιση της.
Αν πιστέψει κανείς τους ρουφιάνους δημοσιογράφους εκείνης της μικρής πλην περιφανής χώρας, η Ε.Α. δεν κάνει ποτέ καλά τη δουλεία της και χρειάζεται τουλάχιστον 2 ώρες για να πάει στο τόπο του εγκλήματος. Με επιστημονικό τρόπο αποδείχτηκε ότι όλα αυτά είναι ψέματα και συκοφαντίες. Επίσης άμα ποτέ χρειαστείτε τη βοήθεια της Ε.Α. δεν έχετε παρά να βάλετε δυνατή μουσική και οι γείτονες θα φροντίσουν για τα περαιτέρω...
Η πανέμορφη διοργανώτρια του πάρτι συνοδεία μερικών λευκοντυμένων αρσενικών κατέβηκε στο δρόμο για συνομιλίες, οι οποίες απέβησαν άκαρπες. Ένας ένστολος εκπρόσωπος της Ε.Α. ανέβηκε στο σπίτι για να διαπιστώσει ότι στο πάρτι δεν γίνονται σεξουαλικά όργια (τι κρίμα...), παρέδωσε την κλήση και ευγενικά αρνήθηκε το ποτό λέγοντας ότι έχει να πάει σε άλλο πάρτι και δεν είναι πρέπον να μοσχοβολάει τεκιλα. Όμως στο δρόμο προς το περιπολικό συνάντησε άλλον έναν παραπονούμενο γείτονα, με αποτέλεσμα να χρειαστεί να γυρίσει για να παραδώσει και δεύτερη κλήση. Οι ασθενές απόπειρες διαμαρτυρίας από τη πλευρά των διασκεδαζόντων ότι η κλήση δεν είναι γι’ αυτούς αλλά για το άλλο πάρτι που πήγαινε ο αστυνομικός αποκρούστηκαν από το σπινθηροβόλο του βλέμμα, όχι όμως και το ποτό αυτή τη φορά (ενισχύοντας έτσι τις υποψίες για το μπέρδεμα)...
Το αποτέλεσμα ήταν να χαμηλώσει η μουσική και να χαλάσει κάπως το κέφι. Όμως ο εφευρετικότατος ντι-τζει (μην φοβάσαι τους ηλίθιους, να φοβάσαι τους ηλίθιους με εφευρετικότητα) έβγαλε στο φως το θαυματουργό μηχάνημα παραγωγής καπνού. Έτσι τα στοιχήματα πλέον περιελάμβαναν και τη Πυροσβεστική, η οποία όμως ποτέ δεν εμφανίστηκε. Οι παραβρισκόμενοι αγωνιωδώς κατανάλωναν τα τελευταία μόρια του οξυγόνου, η ένταση της μουσικής ανέβηκε πάλι (μάλλον ο ηλίθιος νόμιζε ότι στο καπνό οι γείτονες δεν θα μας δουν), και το κέφι άρχισε ξανά την ανοδική του πορεία.
Εντωμεταξύ οι φίλοι μας με μεγάλη λύπη (ο ένας τουλάχιστον) ανακάλυψαν ότι έχουν τελειώσει και τα τρία μπουκάλια Martini που έπιναν... Την ίδια στιγμή στο πάρτι εμφανίστηκε η κοπέλα του ενός από τους φίλους μας με την φίλη της και το φίλο της φίλης της (σύνολο 3 άτομα). Επιτέλους υπήρχαν άτομα με τα οποία μπορούσε να γίνει κουβέντα, όμως το Martini είναι ύπουλο ποτό… Κυρίως όταν ανακατευτεί με Ursus, το οποίο βρήκε ένας από τους φίλους μας, και ένα περίεργο κοκτέιλ (σε κανάτα, με καλαμάκια) που προσέφερε στον κόσμο η όλο και πιο όμορφη διοργανώτρια του πάρτι. Οπότε η κουβέντα ουσιαστικά περιορίστηκε στην επίλυση του ζητήματος αν όντως υπάρχουν στο πάρτι δίδυμες κοπέλες ή απλά το ποτό κάνει τη δουλεία του…
Κάπου τότε η ένταση της μουσικής κατέβηκε ξανά, ειδοποιώντας τους παρευρισκόμενους για τη τρίτη κλήση. Οι φίλοι μας αποφάσισαν να μεταφερθούν στο πλησιέστερο μπαράκι, στο οποίο έτυχε να δουλεύει άλλος ένας φίλος τους.
Κάπου εκεί ο φίλος μας άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι το μπαράκι εκείνο ήταν σε καράβι, το οποίο μάλλον βρισκόταν μεσοπέλαγα γιατί κούναγε πολύ. Μετά από ώριμη σκέψη αποφάσισε να πάει σπίτι του για να δώσει τέλος σ’ αυτή τη υπέροχη βράδια… Το πώς ήταν το πρωί - αυτό είναι μια άλλη ιστορία...